Ποτέ άλλοτε οι άνθρωποι δεν έλεγαν τόσα ψέματα για τον εαυτό τους.
Eνα υπέροχο εντιτόριαλ στη Lifo, ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΤΑΘΗ ΤΣΑΓΚΑΡΟΥΣΙΑΝΟ.
Λένε ότι με το τουίτερ και το φέισμπουκ ο κόσμος μας έχει γίνει πιο διάφανος και η ιδιωτική ζωή πιο εκτεθειμένη. Αυτό είναι και η επωδός του Ζούκεμπεργκ, με την απαραίτητη μαχητική σάλτσα. Αυτό όντως ισχύει σε επίπεδο ειδησεογραφίας και δικτύωσης. Αλλά, σε προσωπικό επίπεδο, εγώ νομίζω ότι ποτέ άλλοτε οι άνθρωποι δεν ήταν τόσο ψεύτες. Ο πρόεδρος της επιχείρησης (που τυχαίνει να ξέρω από παιδί στο νησί μας), όταν «εκτίθεται» με ιλιγγιώδη τεχνουργία στο φέισμπουκ, είναι πολύ πιο αδιαφανής από τον αγράμματο πατέρα του, που ξυριζόταν να πάει στην εκκλησία και κρατούσε τα μυστικά της οικογένειάς του στους τέσσερις τοίχους, αλλά στη μικρή κοινωνία με τις λεπίδες στα μάτια ήταν περίπου ισοδύναμος με τα κυβικά του. Λέγονται πολλά για τα μυστικά και την υποκρισία της ελληνικής επαρχίας, αλλά τα ψέματα και η προσποίηση του παγκόσμιου χωριού είναι απείρως πιο απάλευτη.
Όταν είμαι σε κάποια ουρά, μ’ αρέσει να διαβάζω τα τουίτ των Ελλήνων και τα status updates τους. Είναι σαν να ταξιδεύω στην Ελβετία της ψυχής, στο κουκλόσπιτο του «Monocle». Όλοι (σχεδόν όλοι) είναι πιο έξυπνοι, πιο ηθικοί, πιο όμορφοι από τους άλλους. Τέρατα που συμβαίνει να συναντώ έχουν πανούργα φιλοτεχνήσει μιαν άσπιλη αυτοπροσωπογραφία, όπου σαν μέλι χύνονται οι χάρες, τα προικιά και τα προσόντα: άνεση από μέσα κι από έξω. Αν κάποιος γνώριζε την Ελλάδα αποκλειστικά μέσα από τα social media, θα νόμιζε ότι κατοικείται από ημίθεους – στην ψυχή και τη σάρκα. Μέχρι να κάνει τη μοιραία βόλτα του στα σοκάκια της πραγματικότητας – με την μπίρα, το κάτουρο και το ατέρμονο ψιλόβροχο της κατινολογίας.
Πάντα οι άνθρωποι ήθελαν να λένε ψεματάκια υπέρ του εαυτού τους. Να κομπάζουν – για να διασκεδάσουν τις ανεπάρκειές τους. Είναι σχεδόν αθώο, αν σκεφτείς ότι στο τέλος πάντα αποκαλύπτονται, ενώ τα μεγάλα, ανθεκτικά ψέματα -τα ψέματα του κράτους και της κοινωνίας- διαιωνίζουν την αδικία και κάνουν τους καταπιεστές καταπιεστικότερους. Η κοινωνία ζητάει από τα μέλη της να λένε όλη την αλήθεια, για να μπορεί να τα αιφνιδιάζει καλύτερα (και να τα τιμωρεί βαρύτερα). Οπότε, δεν έγινε και τίποτα αν ο γιος του νερουλά λέει στο φέισμπουκ ότι μεγάλωσε με ιππασία, και η σπυριάρα κόρη φωτογραφίζεται στις κοιλάδες του φώτοσοπ.
Εντούτοις, υπάρχει κάτι απωθητικό στο μικροέπος των 140 χαρακτήρων και του φέισμπουκ – το εξής: ενώ όλοι εξωραΐζουν το ίματζ τους για να τα βγάλουν πέρα με τα βάσανα (έχοντας την απαραίτητη συνενοχή που απαιτείται μεταξύ κατεργαρέων: ίδιες πόζες / ίδια μαγειρεμένα stats / ίδια υπερπροσπάθεια), το όλον οικοδόμημα χαιρετίζεται ως η άρση του ιδιωτικού πέπλου, το απαύγασμα της διαφάνειας και της ειλικρίνειας.
Λυπάμαι, διαφωνώ, επαναλαμβάνω: ποτέ άλλοτε το ίματζ των ανθρώπων δεν ήταν τόσο απομακρυσμένο από τη ζωή τους όσο στην εποχή των social media. Και ποτέ άλλοτε αυτό τα κατά συνθήκην ψεύδος (σαν μια διαπλανητική ψηφιακή μπούρκα πίσω από την οποία δισεκατομμύρια βατράχια μιλούν ως δισεκατομμύρια πρίγκιπες) δεν λεγόταν με τέτοια απάθεια και ξεδιαντροπιά.
Το αποτέλεσμα το ξέρετε: κανείς δεν πιστεύει κανέναν και όλοι είναι ενήμεροι! Λένε όλοι το ίδιο, ταυτόχρονο ψέμα, το οποίο ονομάζουν διαφάνεια. Και στο ψυχρό φως αυτού του ψέματος οι καταφερτζήδες τα καταφέρνουν, οι δειλοί δειλιάζουν και οι υποκριτές υποκρίνονται.