Είναι η δεύτερη φορά που επισκέπτομαι τον Παντελή Παντελίδη στο τελευταίο σπίτι του. Η πρώτη ήταν μια μέρα μετά την κηδεία και η δεύτερη σήμερα. Το έκανα διότι ξύπνησα σήμερα το πρωϊ και κάτι μέσα μου… με οδήγησε εκεί.
Ακολούθησα το ένστικτό μου. Πήγα. Kάθισα για περισσότερη απο μια ώρα και παρακολουθούσα τις εκδηλώσεις του απλού κόσμου. Των ανθρώπων που ο νεαρός τραγουδιστής άγγιξε με τις μελωδίες και τα τραγούδια του. Εκείνων που μάζευαν απο 20 ευρώ ο καθένας για να πάνε στο τελευταίο τραπέζι πίσω απλά και μόνο για ν΄ακούσουν την «καψούρα» τους.
Άνθρωποι απλοί καθημερινοι. Άνθρωποι που έκλαιγαν αντικρύζοντας τις εικόνες του Παντελή. Άνθρωποι που μονολογούσαν. Που ταυτίστηκαν, που ερωτεύτηκαν, «τράβηξαν ζόρι», καψούρες και εκδήλωσαν συναισθήματα μέσα απο τα τραγούδια του.
Ο καφές που βλέπετε μπροστά στην εικόνα είναι κερασμένος απο έναν πολύ συγκεκριμένο θαυμαστή του Παντελή που καθημερινά πίνει καφέ μαζί του. Πρόκειται για έναν νεαρό άντρα σκάρτα 30 που κάθε μέρα το πρωϊ είναι εκεί. Κάθε μέρα την ίδια ώρα.
Αυτον τον καλλιτέχνη θέλει η μάνα του Αθηνά να προστατεύσει. Αυτό το απλό παιδί που «μιλούσε» στις καρδιές όλων. Λίγο πιο κάτω μια μάνα περίπου 55 ετών μονολογούσε. Είχε χάσει κι αυτή το δικό της παιδί σε μικρή ηλικία. Άνθρωποι απο κάθε σημείο της Ελλάδας. Άνθρωποι που είχαν βάλει στην οικογένειά τους τον Παντελή.
Άνθρωποι. Πόσο σπάνιο είδος στις μέρες μας.