Γεννημένος το 1981, ο Γιάννης Χαρούλης είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση. Πατάει γερά στο ελληνικό μουσικό στερέωμα με έντονο το τοπικό του ηχόχρωμα, καθώς είναι βέρος Κρητικός, και θεωρείται ομόφωνα από όλες τις γενιές που τον ακούνε ο συνεχιστής της ελληνικής παράδοσης. Αν και οι συναυλίες του τα τελευταία χρόνια είναι sold out, εκείνος, κάθε φορά που βγαίνει επί σκηνής νιώθει τρομερή αμηχανία και αυτό είναι που τον κάνει αυθεντικό.
Στα 5 του, ζήτησε από τον πατέρα του ένα ποδήλατο και αντ’ αυτού βρέθηκε με ένα μαντολίνο στο χέρι. Ξεκίνησε να παίζει στα πρόβατα που φύλαγε στο βουνό και σε ηλικία 12 ετών έγραψε το πρώτο του τραγούδι, γιατί ερωτεύτηκε. Όπως έχει δηλώσει, του αρέσει να τραγουδάει όταν είναι χαρούμενος, λυπημένος, γενικά όταν θέλει κάτι να πει. Η μουσική ήταν ανάγκη για τον Γιάννη, από τότε.
Το 2002 ήρθε στην Αθήνα μετά από πρόσκληση του Χρήστου Θηβαίου και μέχρι και σήμερα όλη η αγάπη που εισπράττει από τον κόσμο, τον κάνει καλύτερο άνθρωπο, όπως έχει πει ο ίδιος. Τη μουσική δεν τη βλέπει σα δουλειά… κάνει αυτό που τον ψυχαγωγεί. Κάθε φορά που εμφανίζεται κάπου και του μιλάει ο κόσμος γιατί πια είναι πατού αναγνωρίσιμος, αισθάνεταιο όλη την Ελλάδα μια γειτονιά, όπως τότε που ήταν στο χωριό του στην Κρήτη.
Η απήχηση στις νεαρές ηλικίες είναι τεράστια, κι αυτό προκαλέι ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού οι παραδοσιακοί ήχοι δεν ήταν ποτέ στις προτιμήσεις τους. Ο ίδιος, πάνω σε αυτό το θέμα έχει δώσει τη δική του απάντηση: » Αν κάτι δεν είναι χαζό στην κοινωνία, αυτό είναι τα παιδιά».