Μου έστειλαν κάτι φιλαράκια μου μια έρευνα του καθηγητή Χάρη Φουντάλη με αντικείμενο την ομορφιά. η σύγκριση είναι…πρόκληση. Ελένη Μενεγάκη Αλίκη Βουγιουκλάκη και Μπριζίτ Μπαρντό…σε ένα τεστ δίχως προηγούμενο. διαβάστε τι λέει ο Καθηγητής με προσοχή…Αρκεί να έχετε υπομονή ε; Είναι μεγάλη η μελέτη!!!
«Για σας που δεν προσγειωθήκατε εδώ ουρανοκατέβατοι (μέσω Google), αλλά ακολουθήσατε συνδέσμους από τις άλλες-μου σελίδες, οφείλω τουλάχιστον μια εξήγηση: τί στην ευχή γυρεύει το όνομα μιας τηλεπαρουσιάστριας που λέγεται “Ελένη Μενεγάκη” σε μια σελίδα επιστημονικού περιεχομένου; Τί σόι “επιστήμη” τάχα κάνω εδω πέρα με ένα ξανθό άστρο της TV;
Και όμως, περιμένετε να σας εξηγήσω και θα δείτε. Ασφαλώς και θα βοηθήσει η λεγάμενη ξανθιά σε μια συζήτηση επιστημονικού ενδιαφέροντος, και συγκεκριμένα στην απάντηση του ερωτήματος: είναι αντικειμενική η ομορφιά, ή μήπως εξαρτάται πάντα από τα γούστα του καθενός; Υπάρχει “ωραίο” που να είναι τόσο αντικειμενικό όσο το “ζεστό”, το “κυκλικό”, και το “μαύρο”, ή μήπως το “ωραίο” ανήκει σε μια υποκειμενική κατηγορία εννοιών που η αντίληψή τους εξαρτάται από το ποιοι είναι αυτοί που την αντιλαμβάνονται; Είναι ποτέ δυνατό να υπάρχουν άνθρωποι σ’ αυτόν τον πλανήτη που να βλέπουν την Ελένη (και κάθε παρόμοια Ελένη) σαν σκιάχτρο, και να τη δείχνουν στα παιδάκια-τους φοβερίζοντάς τα για να φάνε το φαγητό-τους; Ας μην προτρέχω όμως.
Μπήκα στο διαδίκτυο να ψάξω για φωτογραφίες-της, να ξεστραβωθώ ο έρμος με την άγνοιά μου. Ψάχνω λοιπόν μέσω Google και βρίσκω όχι απλώς φωτογραφίες, αλλά κυρίως βιντεάκια (στο YouTube), όπου διαπίστωσα οτι οι συμπατριώτες-μου στην πλειοψηφία-τους είναι απ’ ότι φαίνεται “κολλημένοι” με την κυρα-Λένη, και συμφωνούν με τη μητέρα-μου: είναι μια από τις ωραιότερες Ελληνίδες (λένε)! Οι αντίθετες απόψεις είναι πρακτικά ανύπαρκτες. Έναν άνθρωπο που να λέει οτι “η Ελένη Μενεγάκη είναι άσχημη” δεν βρήκα. Κατέβασα λοιπόν μερικά στιγμιότυπα από τα βιντεάκια αυτά (μπόλικα, για να μην υποθέσετε οτι διαμόρφωσα γνώμη μόνο από κανα-δυό) ώστε να συμφωνήσουμε τουλάχιστον οτι αναφερόμαστε στο ίδιο άτομο:
Αυτή δεν είναι η λεγάμενη; Η εκπάγλου καλλονής ξανθιά;
Άμα αναφέρεστε κ’ εσείς στην ίδια κυρία κι έχετε την άποψη της μητέρας-μου, να με συγχωρεί η χάρη-σας, αλλά θα διαφωνήσουμε βαθύτατα. Κι επειδή εν γένει προτιμώ να παραθέτω εμπεριστατωμένες και τεκμηριωμένες απόψεις, το ίδιο θα κάνω κι εδώ: θα σας εξηγήσω — με επιστημονικό όμως τρόπο — σε ποιες αρχές στηρίζω τις αντιρρήσεις-μου στην ιδέα “απ’ τις ομορφότερες Ελληνίδες”. Αυτό θα μας οδηγήσει σε μια συζήτηση περί αντικειμενικότητας της ομορφιάς: δηλαδή, αυτό που ονομάζουμε “ωραίο”, είναι αντικειμενικά τέτοιο; Θα συμφωνούσαν μαζί-μας κ’ οι υποτιθέμενοι “εξωγήινοι”; Ή μήπως η ομορφιά είναι κάτι το τελείως υποκειμενικό, ώστε άλλο εννοεί σαν “ωραίο” ο Ιννουΐτης Εσκιμώος (που ας υποθέσουμε οτι δεν έχει δει ποτέ-του ξανθιές), κι άλλο ο Ευρωπαίος; Το θέμα δεν αφορά μόνο σε ξανθές κυρίες, αλλά και σε οτιδήποτε αντιλαμβανόμαστε σαν ωραίο: ωραία ηλιοβασιλέματα, ωραίες διακοπές, ωραία μουσική, ωραία ποίηση και λογοτεχνία, ωραίους πίνακες ζωγραφικής, και άλλα πολλά.
Αυτή η άποψή μου (περί υποκειμενικότητας) φαινομενικά συνηγορεί υπέρ της μητέρας-μου, άρα και υπέρ της πλειοψηφίας των συμπατριωτών-μου: η κυρία Μενεγάκη είναι καλλονή, για σας, κατά την άποψή σας· κι εφόσον οι απόψεις είναι υποκειμενικές, τελεία και παύλα, κανενός άλλου κούτσουρου απελέκητου (ήτοι ανεκπαίδευτου στο είδος των ερεθισμάτων που έχετε λάβει εσείς) δεν του πέφτει λόγος. Για μένα, μπορεί το Λενιώ να βλέπεται με το στανιό. Για σας, μπορεί να είναι σεξοβόμβα πολλών μεγατόνων. Υποκειμενικότητα σημαίνει οτι κανείς από τα δύο μέρη δεν έχει απόλυτο δίκιο, γιατί δεν υπάρχει αντικειμενικό στάνταρ ώστε να συγκρίνουμε τις απόψεις-μας (π.χ. με χρήση κάποιου επιστημονικού εργαλείου) και ν’ αποφασίσουμε ποιος έχει τελειωτικά δίκιο και ποιος όχι.
Οπότε; Τέλος συζήτησης; Λάθος, αγαπητοί Έλληνες συμπατριώτες. Η συζήτηση περί υποκειμενικότητας του “ωραίου” θα μας οδηγήσει σε μια άλλη, όπου θα υποστηρίξω οτι η τηλεορασόπληκτη κοινωνία-μας έχει αποβλακωθεί σε σημείο που να έχουν υποστεί αλλοίωση τα κριτήριά της μέσω των οποίων αντιλαμβάνεται το ωραίο και το άσχημο. Και την αποβλάκωση την οφείλει σε μια αμφίδρομη σχέση εξάρτησης μεταξύ του εαυτού-της και των παραγωγών τηλεοπτικών προγραμμάτων: δώσε-μου μπάρμπα-μ’ σκουπίδια στα μούτρα-μου να βλέπω, γιατί μόνο σ’ αυτά αντέχει το μυαλό-μου που ’χει γίνει σαν γιαούρτι — πάρε υποτελή-μας, που δεν μας φτάνεις εμάς σε εξυπνάδα, μερικές ξεβράκωτες στο χαζοκούτι-σου, και πλήρωνέ μας κι από πάνω για να τις βλέπεις — α, δεν μπορώ μπάρμπα-μ’, πολύ σοφιστικέ οι ξεβράκωτές σου, θέλω να είναι τελείως βλακέντιες για να αισθάνομαι ανώτερος — ε, πάρε τότε υποτελή-μας αυτές: σου φέραμε ξεβράκωτες που άμα δουν τον εαυτό-τους στον καθρέφτη του επιτίθενται με μαύρο μαρκαδόρο, για ν’ αλλοιώσουν τα θέλγητρα της αντιζήλου-τους!… Και πάει λέγοντας.
Υπάρχει το θέμα του οτι, κατά την άποψή μου, μια γυναίκα σαν την Ελένη θα αποτύγχανε να τραβήξει μια δεύτερη αντρική ματιά επάνω-της τρεις με τέσσερις δεκαετίες πριν. Μπορεί και να περνούσε στο δρόμο απαρατήρητη. Άλλα ήταν τα πρότυπα ομορφιάς τότε, και θα φέρω ενδείξεις γι’ αυτό τον ισχυρισμό. Τελευταία — υποστηρίζω — τα πρότυπά μας έχουν υποστεί αλλοίωση, και μάλιστα εν πολλοίς εισαγόμενη, ξενόφερτη, που μας επιβάλλεται σε τοπικό επίπεδο από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας (τηλεόραση κυρίως). Το θέμα δεν αφορά μόνο στην ομορφιά των γυναικών, αλλά σε πολλούς άλλους τομείς, όπως μουσική, ένδυση, κ.ά. Ας ξεκινήσουμε με την Ελένη.
Ή μάλλον δεν θα ξεκινήσουμε απλώς με την Ελένη, αλλά ταυτόχρονα με το χρονολογικά πρωτύτερο πρότυπο ελληνικής ομορφιάς: την Αλίκη. Παρόλο που η Αλίκη δεν ήταν ποτέ το δικό-μου πρότυπο ομορφιάς, οφείλω να ομολογήσω οτι υπήρξε πρότυπο ομορφιάς για πολλούς άλλους Έλληνες του τελευταίου μισού του προηγούμενου αιώνα, κι αυτό που με απασχολεί δεν είναι οι προσωπικές-μου προτιμήσεις, αλλά οι προτιμήσεις της πλειοψηφίας των συμπατριωτών-μου, και το πώς έχουν αλλάξει μέσα στο χρόνο.
Επίσης να σημειώσω εδώ στα γρήγορα κάτι που μπορεί να σκέφτονται τώρα πολλοί αναγνώστες: με τις φωτογραφίες που παραθέτω δείχνω να επικεντρώνομαι στο πρόσωπο, ενώ η ομορφιά μιας γυναίκας βρίσκεται και αλλού, και για πολλούς άντρες, κυρίως αλλού. Πάμε λοιπόν να κάνουμε κάποιες μετρήσεις, ώστε να καταφέρουμε να καταλήξουμε σε συγκρίσεις. Πάρτε για παράδειγμα το πόσο ψηλά ή χαμηλά στο κεφάλι είναι τοποθετημένα τα μάτια:
Η απόσταση x είναι το ύψος από το πηγούνι μέχρι το ανώτατο σημείο του μετώπου όπου αρχίζουν τα μαλλιά, ενώ η απόσταση y είναι από το ίδιο αυτό ανώτατο ύψος μέχρι το ύψος των ματιών. Εδώ βλέπουμε οτι η Αλίκη βρίσκεται σε τελείως διαφορετικό εύρος τιμών από τις άλλες δύο γυναίκες, έχοντας τη μικρότερη τιμή, 2,23. Αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο. Οι παλιότεροι θα θυμούνται οτι ένας τυπικός ρόλος που έπαιζε η Αλίκη στα ελληνικά έργα της εποχής ήταν αυτός του “σκανταλιάρικου / πονηρού / καλομαθημένου κοριτσόπουλου”. Σε οποιαδήποτε περίπτωση, έπαιζε το νεαρό κορίτσι: από έφηβη μέχρι το πολύ εικοσάρα την ήθελαν οι αρχικοί ρόλοι-της. Η κατατομή του προσώπου-της λοιπόν τη βοήθησε σ’ αυτό, γιατί όσο πιο νεαρός σε ηλικία είναι ο άνθρωπος, τόσο μικρότερος είναι ο λόγος x/y που παρουσιάζω παραπάνω. Η Μπαρντό (2,49) δεν μας φέρνει στο νου την έννοια “μικρό κορίτσι”, αλλά μάλλον την έννοια “σέξυ γυναίκα”, στα είκοσι με εικοσιπέντε, που δεν μοιάζει καθόλου “αθώα” όπως η Αλίκη, αλλά έτοιμη να παίξει το ρόλο της γυναίκας. Αυτό άλλωστε “πουλούσε” η Μπαρντό με τους ρόλους-της εκείνη την εποχή, της “γατούλας του σεξ”. (Ενώ η Αλίκη ήταν σκέτη “γατούλα”, σύμφωνα με ένα τραγούδι-της.). Όσο για την Ελένη (2,60), το μόνο που μπορώ να πω είναι οτι στο συγκεκριμένο χαρακτηριστικό πλησιάζει μάλλον προς την έννοια “ώριμη γυναίκα”. Με το “ώριμη” δεν εννοώ “υπερήλικη”, αλλά σεξουαλικά ώριμη, “γεμάτη εμπειρίες”, κάτι τέτοιο. Μπορεί τα πιο πρόσφατα κριτήρια ελληνικής ομορφιάς, για τα οποία μιλούσα στην αρχή του κειμένου, να έχουν μετακινηθεί προς το “έμπειρη”, άρα μακριά από το “αθώα”. Δεν το λέω με βεβαιότητα, απλά το υποπτεύομαι στηριζόμενος στις παραπάνω ενδείξεις.