Η δική μου η δουλειά δε έχει καμία σχέση με αυτήν που στην συνείδηση του κοινού χαρακτηρίζεται ώς «καλλιτεχνικό ρεπορτάζ». Στην δική μου την δουλειά η άποψή και η αντίληψη για το «τί είναι θέμα και τι όχι» απέχει πολύ απο τα παρεάκια, τους γκέουλες, τις χάρες, τις εξυπηρετήσεις και όλους αυτούς που κινούνται στις παρυφές της αγοράς. Τόσο της καλλιτεχνικής αλλά και της μιντιακής.
Και όλα τα παραπάνω βασίζονται σε κάτι σημαντικό. Κάτι που συνιστά και αποτελεί πεμτουσία στην δουλειά μας. Την πληροφορία. Κι αυτη την πληροφορία παράγουμε, προάγουμε και μοιραζόμαστε μαζί σας. Μια πληροφορία που αποτυπώνει την πραγματικότητα και για να την βρούμε αναλώνουμε καθημερινά πολλές ώρες στο πεζοδρόμιο. Άλλωστε η μυρωδιά του πεζοδρομιού για μένα είναι η δεύτερη πιο ηδονική μυρωδιά στην ζωή μου μετά απο αυτην της κόρης μου.
Στο πεζοδρόμιο λοιπον συνάντησα εντελώς τυχαία έναν ηθοποιό που πάντα παρακολουθούσα σε ανεξάρτητες σκηνές και μικρά θέατρα και πάντα μου άρεσε πολύ. Και αναφέρομαι στον Γιάννη Κουριώτη, ο οποίος ξεκίνησε πρίν απο μερικά χρόνια σε γνωστή σχολή θεάτρου, συμμαθητής της Σοφίας Μανωλάκου, έκανε τις πρώτες προσπάθειες του σε θεατρικες σκηνές, δεν διαπραγματεύτηκε τις αξίες του για κανέναν λόγο και καμιά καριέρα και η ανάγκη για να ζήσει τον οδήγησε στο Βενζινάδικο. Δουλεύει καθημερινά στο Γαλάτσι και ψάχνει τρόπο να φύγει απο την Ελλάδα για να συνεχίσει τις σπουδές του, σε άλλο γνωστικό αντικείμενο.
Αυτές οι περιπτώσεις πρέπει όχι απλά να μας απασχολούν αλλά οφείλουμενα τις αναδεικνυόυμε ώς παράδειγμα σε νεώτερους. Όχι πως ο Γιάννης είναι μεγάλος σε ηλικία. Αλλά προτίμησε τον δύσκολο δρόμο για να επιβιώσει, απο τον άλλον, τον εύκολο, τον γεμάτο χάρες και εξυπηρετήσεις. Για τον νεαρό ηθοποιό η αξιοπρέπεια είναι αδιαπραγμάτευτη. Προτίμησε να μπεί στην μουτζούρα και στην βρώμα απο το να γίνει γιουσουφάκι κάποιου παράγοντα και να ξαπλώνει κάθε μέρα σε μοσχομυριστά, ολοκάθαρα σεντόνια… αλλά με βρώμική ψυχή.
Γιατί υπάρχουν κι αυτοί οι άνθρωποι ακόμη. Και τους ευχαριστώ πολύ που υπάρχουν.